top of page

Περιλήψεις.

Γιάννης Τουμαζής, Δημοτικό Κέντρο Τεχνών Λευκωσίας, Πανεπιστήμιο Frederick, «Το Νέο Μουσείο της Αμμοχώστου: η επανεμφάνιση μιας στοιχειωμένης πολιτείας σε ένα ομοσπονδιακό περιβάλλον»

 

Η παρουσίαση προτείνει τη δημιουργία ενός νέου μουσείου για την Αμμόχωστο και ειδικότερα για την περιφραγμένη και αποκλεισμένη πόλη των Βαρωσίων –μια στοιχειωμένη στον χρόνο πολιτεία, αφημένη σχεδόν εξ ολοκλήρου στα στοιχεία της φύσης για 42 χρόνια– στην μετά τη λύση του Κυπριακού εποχή. Θέτοντας ως υπόθεση εργασίας ότι η Κύπρος θα καταφέρει να επανενωθεί και να μετεξελιχθεί σε ένα σύγχρονο ομόσπονδο κράτος, η παρουσίαση στοχεύει στο να θέσει ένα πλαίσιο αναφορικά με τους τρόπους που η νεότερη ιστορία της Κύπρου, και ειδικά της περιοχής της Αμμοχώστου, θα μπορούσε να αποτελέσει εργαλείο επανένωσης και συμφιλίωσης αντί μισαλλοδοξίας και εθνικισμού, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα. Επιδιώκει δηλαδή να παρουσιάσει τις αρχές που θα διέπουν ένα καινούργιο μουσείο της πόλης, το οποίο θα καταδεικνύει στο διηνεκές τις τεράστιες αποτυχίες παλαιότερων συστημάτων και θα λειτουργεί κριτικά και εν δυνάμει αποτρεπτικά αλλά και δημιουργικά σε τυχόν εκτροπές από μια πορεία συμβίωσης και συνύπαρξης.

 

Γεώργιος Παπαϊωάννου, Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, Εργαστήριο Μουσειολογίας Ιονίου Πανεπιστημίου, "Κυπρι@κ@ μουσεί@ και πολιτιστικ@ τοπί@: ψηφιακές πραγματικότητες και προοπτικές"

 

Η ανακοίνωση στοχεύει να παρουσιάσει και να σχολιάσει τον ψηφιακό κόσμο και τα ψηφιακά πολιτιστικά τοπία που συντίθενται και αναπτύσσονται από τους ψηφιακούς εαυτούς των κυπριακών μουσείων, κυρίως από την παρουσία και τη δραστηριότητά τους στο διαδίκτυο. Με δεδομένο τον συνεχώς αυξανόμενο ρόλο των νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας στην καθημερινότητά μας (διαδίκτυο, εφαρμογές για κινητές συσκευές, κοινωνικά δίκτυα, εικονική και επαυξημένη πραγματικότητα, ό,τι άλλο), τα μουσεία και οι πολιτιστικοί οργανισμοί έχουν αναπτύξει και διαθέσει σειρά ψηφιακών παρουσιών, εφαρμογών, δράσεων και δραστηριοτήτων. Όλα αυτά αποτελούν σύνολο που ενεργοποιεί έναν ψηφιακό μουσειακό κόσμο και κατ' επέκταση μια σειρά ψηφιακών πολιτιστικών τοπίων που κινούνται και αναπτύσσονται μαζί με τα μουσεία και τα πολιτιστικά τοπία του φυσικού κόσμου. Η ανακοίνωση προσεγγίζει ζητήματα της σχέσης αυτής, καθώς και τη μελλοντική της προοπτική.

 

 

 

 

 

Βάγια (Βίκυ) Καραΐσκου, Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, «Τα Μουσεία ως ενισχυτές και επικυρωτές της πολιτισμικής μνήμης»

 

Τα μουσεία είναι τα συλλογικά συμφωνημένα ‘κοινωνικά πλαίσια μνήμης’, όπως τα αποκαλεί ο Halbwachs (Gedi & Elam, 2002), τα οποία επικυρώνουν τις ‘ουσιώδεις σχέσεις’ (Maxfield, 1997) ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία του πολιτισμικού μας παρελθόντος. Αυτά τα στοιχεία παρουσιάζονται σε απτή μορφή στα μουσεία και αλληλοεπιδρούν ευθέως με ό,τι εννοούμε ως εαυτό, είτε σε ατομικό, είτε σε συλλογικό επίπεδο.

 

Σύμφωνα με τον Elsner (1994) αυτό που έχει σημασία είναι η πρόσληψη της ιστορίας. Εφόσον η ιστορία μπορεί να εννοηθεί ως είδος πολιτισμικής μνήμης, η ενυπάρχουσα συλλογικότητα που ενέχει ο όρος απαιτεί τη διαμεσολάβηση των πολιτισμικών συμβάσεων, μεταξύ των οποίων θεσμών όπως τα μουσεία (Erll et al., 2010). Τα μουσεία επιβεβαιώνουν τις αφηγήσεις όλων όσων ασχολούνται με τη διαχείριση του παρελθόντος στηρίζοντας τα επιχειρήματα που προωθεί ο ‘κυρίαρχος αφηγητής’ (Hirst et al., 2008). Επειδή επιβεβαιώνουν και τονώνουν την υπάρχουσα γνώση, επιτυγχάνουν τη συνοχή που είναι απαραίτητη για τη σταθερότητα του κοινωνικού συνόλου. Αν η ταυτότητα και η μνήμη ‘είναι πολιτικά και κοινωνικά κατασκευάσματα’ και ως εκ τούτου ‘δεν είναι πράγματα για τα οποία σκεφτόμαστε, αλλά με τα οποία σκεφτόμαστε’ (Gillis, 1994), τότε ο κοινωνικός ρόλος των μουσείων ως διαμορφωτών τρόπου σκέψης, αντιλήψεων και συμπεριφορών, είναι ουσιαστικός.

Πωλίνα Νικολάου, «Κυπριακό Μουσείο: ιστορική γεωγραφία και o δυνητικός της ρόλος στη διαμόρφωση του ‘νέου μουσείου’»

 

Ο όρος «νέο μουσείο» προσδιορίζει το μουσείο ως ένα σύνθετο χώρο,  όπου θέματα κατασκευής, αναπαράστασης και ερμηνείας ταυτοτήτων γίνονται αντικείμενο κριτικού αναστοχασμού. Κύριο ζήτημα στην αναστοχαστική στρατηγική είναι η επανεξέταση των τρόπων διαχείρισης των εκθεμάτων καθώς αναγνωρίζεται ότι οι ταυτότητές τους δεν είναι εγγενείς ή μονοσήμαντες αλλά διαμορφώνονται μέσα από το μουσειακό τοπίο και τις πολιτικές, επιστημονικές και κοινωνικές σχέσεις που το διαμορφώνουν. Το μοντέλο του «νέου μουσείου» εντάσσεται στις πρόσφατες προσπάθειες επαναδόμησης των μουσείων σε «ζώνες επαφής», δηλαδή ανοιχτούς χώρους διαλόγου που θα αφορούν όλα τα κοινωνικά σύνολα.  Πρόσφατες θεωρητικές προσεγγίσεις αξιοποιούν την οπτική της ιστορίας στις προσπάθειες αυτές προκειμένου να αποτυπώσουν τις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες συγκρότησής του μουσείου. Σ’ αυτό το πλαίσιο, στην παρούσα ανακοίνωση θα εισάγω τη διάσταση της γεωγραφίας στην κατανόηση του μουσείου. Θα εξετάσω α) την ιστορική γεωγραφία του Κυπριακού Μουσείου κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα και β) τη δυνατότητά της να συμβάλει στη συγκρότηση του «νέου μουσείου».

Έλενα Στυλιανού, Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο, Δέσπω Πασιά, University of London & Χρυστάλλα Αντωνίου, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου, «Η Συμμετοχική Μουσειακή Εμπειρία: ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα για/με το κοινό»

 

Το προτεινόμενο εργαστήριο αποτελεί τη δεύτερη φάση ενός προγράμματος μουσειοπαιδαγωγικών δραστηριοτήτων το οποίο θα υλοποιηθεί κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έκθεσης του Δημοτικού Κέντρου Τεχνών. Η ενότητα  βασίζεται στην έννοια του Συμμετοχικού Μουσείου και σκοπό έχει να διερευνήσει και να προεκτείνει τις συμμετοχικές δυνατότητες που έχουν σήμερα διαφορετικά ακροατήρια μιας έκθεσης σύγχρονης τέχνης στη Λευκωσία. Πιο συγκεκριμένα, κατά την πρώτη φάση φοιτήτριες-φοιτητές του μεταπτυχιακού προγράμματος Εικαστικές Τέχνες στην Εκπαίδευση του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κυπρου θα λάβουν μέρος σε ειδικά σχεδιασμένο εκπαιδευτικό εικαστικό εργαστήριο σχετικό με την έκθεση. Η δεύτερη φάση, που θα υλοποιηθεί στις 21 Μαΐου, στοχεύει στη δημιουργία μιας παιδαγωγικής πλατφόρμας διαλόγου ανάμεσα στους φοιτητές-φοιτήτριες και εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων για την παραγωγή διαδραστικών δραστηριοτήτων που να ενθαρρύνουν τη δημιουργική εμπλοκή του ευρύτερου κοινού, ώστε το τελευταίο να μπορεί να σχεδιάσει και παράξει το δικό του περιεχόμενο και ερμηνείες για την τρέχουσα έκθεση του Δημοτικού Κέντρου Τεχνών.

 

Το υλικό έρευνας, τα εικαστικά αποτελέσματα που θα προκύψουν από την πρώτη φάση, καθώς και οι διαδραστικές δραστηριότητες που θα προκύψουν από τη δεύτερη, θα παρουσιάζονται σε ειδικό χώρο της έκθεσης, δίνοντας τη δυνατότητα στο κοινό να εμπλακεί ακόμα και με το τέλος των πιο πάνω δραστηριοτήτων. Στον ίδιο χώρο θα είναι επίσης διαθέσιμη η τεκμηρίωση της διαδικασίας σχεδιασμού και υλοποίησης του προγράμματος.

bottom of page